σκίτσο της Νικολίνας Λαζαρίδου
Κάτσε λίγο … σκέψου έναν κόσμο χωρίς διακρίσεις λόγω συμφέροντος. Κλείσε τα μάτια σου για ένα λεπτό, και φαντάσου: εσύ που είσαι γυναίκα, άντρας, μαύρος, λευκός, δυνατός και αδύναμος, σκέψου να μπορούσες να πεις και να κάνεις ό,τι θέλεις. Γνήσια δημοκρατία. Τόσο καθαρή και ειλικρινής, που σε πονάει, όταν το φαντάζεσαι.
Πολλά πράγματα είναι πολύ, πολύ αδύνατα να γίνουν. Όπως αυτό που σου είπα. Βέβαια, ελπίζω να μην έκλεισες όντως τα μάτια σου, γιατί κοροϊδεύεις τον εαυτό σου.
Στο μάθημα της Ελένης στην Γ΄ Γυμνασίου ρώτησα την καθηγήτριά μου αν τιμωρούνταν όσοι αμφισβητούσαν τους πολιτικούς της εποχής στην Αρχαία Ελλάδα. Μου είπε όχι· ήθελαν να υπάρχουν αντίθετες απόψεις για όλα τα θέματα. Ψέμα; Πιθανό. Όλα ψέματα είναι. Ποτέ, ποτέ, ποτέ δεν υπάρχει η τέλεια δημοκρατία. Ρώτα γιατί.
Είμαστε άνθρωποι.
Κι ας χαρακτηρίζουμε κάποιον «ζώο» ή «κτήνος», κάνοντάς τον να νιώσει ντροπή. Τα ζώα και τα κτήνη είναι τόσο αγνά που δεν χωράει το κεφάλι τους τόση πονηριά και κακία. Ακόμα και τα πονηρά κτήνη δεν έχουν δυνατότητες σαν αυτές του κλέφτη και του ψεύτη· σαν αυτές του ανθρώπου.
Συμφέρον. Άτιμη λέξη.
Όταν πάω στο χαμηλότερο σκαλί της κλίμακας, κοιτάω, όπως ο καθένας μας, πάνω στο πιο μακρινό σκαλί. Και περιέργως, όσο ανεβαίνω, τόσο πληθαίνουν τα σκαλιά. Τόσο μεγαλώνει η απληστία μου. Κάθε σκαλί μοιάζει με μία γεύση δύναμης.
Κάποιος πλησιάζει και ψιθυρίζει στο αυτί μου «Η κορυφή είναι πολύ βαριά». Τον κοιτάω με απορία, αλλά η μόνη απάντηση που παίρνω είναι ένα χαιρέκακο γελάκι. Η περιέργειά μου μεγαλώνει, φουσκώνει μέσα στο στήθος μου. Ξαφνικά η αναπνοή είναι περίσσια και το μόνο που με νοιάζει είναι να πατήσω στο επόμενο σκαλί. Να νικήσω με κάθε κόστος. Να φτάσω στην κορυφή πάση θυσία.
Πείσμα, αλαζονεία, αμάθεια, εγωισμός.
Ακόμη, η σκάλα φαίνεται τεράστια. Είναι τεράστια όμως; Στη Γ΄ Γυμνασίου στο μάθημα της Ελένης μάθαμε επίσης για το «είναι» και το «φαίνεσθαι». Μήπως, κάποιος μου δείχνει πώς είναι η σκάλα; Μήπως πρέπει να ξυπνήσω; Μήπως πρέπει να δω πίσω απ’ τα λόγια; Πίσω απ’ τις πράξεις; Να δω πέρα απ’ αυτό που μου δίνουν;
Μήπως.
Κάποια στιγμή το μόνο που υπάρχει στο μυαλό μου ένα ατελείωτο κενό, και η παραπάνω λέξη είναι η μόνη που με απασχολεί.
Η βάση της σκάλας καταρρέει. Έχω φτάσει τόσο ψηλά, που, όταν πέφτω, νιώθω ένα συναίσθημα σαν να μου παίρνει κάποιος την ανάσα κατευθείαν μέσα από τους πνεύμονες. Μάλλον τώρα με νοιάζει να κρατήσω την ανάσα μου, και όσο πέφτω, φοβάμαι να ουρλιάξω, για να αποθηκεύσω όσο πιο πολύ οξυγόνο μπορώ μέσα μου.
Όταν ακουμπάω το έδαφος, το νιώθω μαλακό. Μέχρι που πέφτει η κορυφή της σκάλας πάνω μου και στην αρχή δεν με πειράζει, αλλά μετά πιέζει το σώμα μου σαν να θέλει να το πλάσει, σαν να θέλει να το κάνει ένα με το έδαφος το οποίο τώρα είναι τραχύ, χαλικωμένο. Νιώθω τις παλάμες μου να ιδρώνουν και να ματώνουν ταυτόχρονα. Όταν το βλέμμα μου όμως πέφτει πάνω τους, συναντώ τις γνώριμες γραμμές στη σάρκα μου.
Εκείνος ο κάποιος που με ανέβασε πριν, μου λέει «Όντως είναι βαριά η κορυφή, ε;» Απλώνω το χέρι μου, για να αρπάξω το δικό του, αλλά αόρατα σχοινιά με κρατάνε πίσω. Ο άνθρωπος ακουμπάει το μάγουλό μου, αλλά νιώθω σαν χαστούκι το άγγιγμά του. Μέχρι να φύγει, η σκάλα είναι ακόμα πάνω μου και τα χαλίκια σαν να θέλουν να εισβάλουν στο δέρμα μου, για να χαράξουν χάρτες.
Όταν ανοίγω τα μάτια μου, ονειρεύομαι μία χώρα με γνήσια Δημοκρατία. Αλλά ακόμα και τότε, χιλιάδες τρέχουν να προλάβουν τη σκάλα.
Παρασκευή Καλούση
Comments