Μια κριτική παρουσίαση
της Χατζηπαντελή Εριέττας
Το ποίημα «Του νεκρού αδελφού» ανήκει στις παραλογές που είναι επικολυρικά δημοτικά τραγούδια και έχουν ως κύρια γνωρίσματα την αφηγηματικότητα και τη δραματικότητα. Το συγκεκριμένο έργο αποτελεί μια παραλογή που σχετίζεται με τις λαϊκές παραδόσεις και δοξασίες. Είναι ένα από τα σημαντικότερα δημιουργήματα της ελληνικής δημοτικής ποίησης και υπάρχει σε διάφορες παραλλαγές στον ελληνικό χώρο. Θεωρείται από τα πιο παλιά τραγούδια και δημιουργήθηκε πριν από τον 9ο αιώνα μ. Χ. στη Μικρά Ασία.
Βασικό του θέμα είναι ο όρκος που δίνει ο μικρότερος γιος στη μητέρα του και η νεκρανάστασή του μετά από χρόνια, προκειμένου να τον τηρήσει.
Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Κωνσταντίνος, αλλά σημαντικό ρόλο έχουν και η μητέρα του και η αδελφή του, Αρετή. Στο έργο, βέβαια, αναφέρονται και οι άλλοι ανώνυμοι οκτώ αδελφοί και οι προξενητάδες από τη Βαβυλώνα, ωστόσο η παρουσία τους δεν είναι δυναμική. Τέλος, εντυπωσιάζουν και τα πουλάκια, που αν και δεν είναι πρόσωπα, όμως, μέσα από τον ανθρωπομορφισμό και την ανθρώπινη λαλιά τους δίνουν δραματικότητα στο κείμενο.
Το τραγούδι αποτελείται από οχτώ ενότητες που είναι ταυτόχρονα και οκτώ διαφορετικές σκηνές. Αναφέρεται σε μια μητέρα με εννιά γιους και μια κόρη, την Αρετή. Όταν ήρθαν προξενητές από τη Βαβυλώνα, για να ζητήσουν την Αρετή σε γάμο, σε οικογενειακό συμβούλιο που έγινε αποφασίστηκε να τη δώσουν, παρόλο που τα οχτώ αδέλφια διαφωνούσαν. Κυριάρχησε η άποψη του Κωνσταντή, του μικρότερου αδελφού, ο οποίος ορκίστηκε πως, αν έρθει θάνατος ή αρρώστια , θα πάει να φέρει την Αρετή από τα ξένα. Ύστερα από τον ξενιτεμό της Αρετής η οικογένεια αντιμετώπισε μεγάλες πίκρες, αφού και τα εννιά αδέλφια της πέθαναν. Η μάνα τους μόνη έκλαιγε στο μνήμα του Κωνσταντή και τον καταριόταν, γιατί δεν τήρησε την υπόσχεσή του. Τότε με υπερφυσικό τρόπο ο Κωνσταντής σηκώθηκε από τον τάφο και πήγε στην Αρετή, για να τη φέρει πίσω στη μάνα τους. Καθώς τα δύο αδέλφια γύριζαν στο σπίτι της μάνας καβάλα πάνω στο άλογο, τρεις φορές τα πουλιά εξέφρασαν την έκπληξή τους για το θέαμα, που περπατούσε δηλαδή η Αρετή με έναν πεθαμένο, τον Κωνσταντή. Μόλις έφτασαν στο σπίτι, ο ήρωας γύρισε στον τάφο του, ενώ η Αρετή πήγε στο πατρικό της σπίτι, στη μητέρα της. Τι συνέβη, λοιπόν, όταν οι δύο γυναίκες συναντήθηκαν μετά από τόσα χρόνια; Γαλήνεψε και ευτύχησε τελικά η μητέρα μετά την επιστροφή της κόρης της;
Το ποίημα είναι γραμμένο σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο στίχο, ανομοιοκατάληκτο και παροξύτονο. Ο κάθε στίχος χωρίζεται σε δύο ημιστίχια: ένα οκτασύλλαβο και ένα επτασύλλαβο. Η γλώσσα είναι απλή δημοτική και το ύφος πυκνό και λιτό, που χαρακτηρίζεται από παραστατικότητα. Η αφήγηση γίνεται από έναν παντογνώστη αφηγητή σε γ΄ ενικό πρόσωπο. Μάλιστα ξεκινά με προσφώνηση προς τη μάνα και με β΄ ενικό πρόσωπο. Επίσης, υπάρχουν οι περιγραφές του θρήνου της μάνας στο νεκροταφείο, του δάσους, του πατρικού σπιτιού και η νεκρανάσταση του ήρωα. Εντυπωσιάζει και ο μονόλογος της μάνας, όταν αναθεματίζει τον Κωνσταντίνο πάνω στο μνήμα του, καθώς και ο μονόλογος των πουλιών με ανθρώπινη λαλιά, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής, όταν αντικρύζουν τον νεκρό να συνοδεύει την Αρετή. Επιπλέον, ο αφηγητής, για να δώσει δραματικότητα και θεατρικότητα και για να ηθογραφήσει πληρέστερα τα πρόσωπα, δίνει τον λόγο στους ήρωές του. Έτσι, μέσα από τους διαλόγους του Κωνσταντίνου και της μάνας, του Κωνσταντίνου και της Αρετής και της Αρετής και της μάνας περιορίζεται η μονοτονία της αφήγησης και ο λόγος αποκτά ποικιλία. Η αφήγηση είναι ευθύγραμμη, χωρίς αναδρομές και πρόδρομες αφηγήσεις. Υπάρχει επιτάχυνση, όταν περιγράφονται πολύ πυκνά σε τρεις στίχους με σχήμα πολυσύνδετο αυτά που συνέβησαν από τη στιγμή που παντρεύτηκε η Αρετή μέχρι την κατάρα της μάνας, ενώ υπάρχει επιβράδυνση στον διάλογο Κωνσταντή και Αρετής. Οι εκφραστικοί τρόποι που αξιοποιούνται είναι πολλοί: υπάρχει επανάληψη, τραγική ειρωνεία, προσωποποίηση, παρομοίωση, ενώ παράλληλα παρατηρούνται αντιθέσεις, εικόνες, άστοχες υποθέσεις και ρήματα σε παρατατικό, για να δηλωθεί η διάρκεια του δράματος.
Τα θέματα που θίγονται στο ποίημα είναι η πατριαρχική δομή της οικογένειας, οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας η ανάγκη προστασίας των κοριτσιών, ο ρόλος της γυναίκας σε σχέση με τον θεσμό του προξενιού και του γάμου, η ξενιτιά, η ηθική υποχρέωση της τήρησης του όρκου, η κατάρα της μάνας, ο θάνατος και η ανάσταση του νεκρού, η μεταβολή της τύχης των ανθρώπων και η τραγική ειρωνεία, καθώς η Αρετή δε μαθαίνει την αλήθεια παρά μόνο στο τέλος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εξάλλου, παρουσιάζει και η εναλλαγή των συναισθημάτων των δεκτών, καθώς οι αναγνώστες νιώθουν αρχικά ευτυχία, αλλά στη συνέχεια ανησυχούν, αγωνιούν, εκπλήσσονται και συμπάσχουν με το δράμα των ηρώων.
Διαθέτοντας, λοιπόν, τα παραπάνω χαρακτηριστικά το συγκεκριμένο έργο γοητεύει διαχρονικά και ακαριαία ακόμη και τον πιο απαιτητικό αποδέκτη. Προσωπικά, πιστεύω πως πρόκειται για ένα αξεπέραστο αριστούργημα που συγκλονίζει και καθηλώνει με την απλότητα και την τραγικότητά του τον καθένα! Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, αν και είναι δημοτικό τραγούδι, από το παρελθόν, δραματοποιείται στις μέρες μας πολύ συχνά, ακόμη και από ερασιτέχνες, έχοντας τεράστια απήχηση στο κοινό κάθε ηλικίας!
-Του Νεκρού Αδελφού (Ανατολική Ρωμυλία) (feat. Βαγγέλης Δημούδης) · Domna Samiou:
コメント