Μια πρόταση για ταξίδι
της Βασιλικής Μαντούδη
Με αφορμή μια επίσκεψη το καλοκαίρι του 2021 στην Καστοριά, γνώρισα το σπήλαιο του Δράκου. Βρίσκεται στην παραλίμνια οδό πριν από την Παναγία Μαυριώτισσα, στη βόρεια μεριά της πόλης. Η είσοδος του απέχει περίπου 20 μέτρα από τις όχθες της λίμνης. Το σπήλαιο εκτείνεται σε μια διαδρομή 300 μέτρων, όπου μπορούμε να θαυμάσουμε έναν εντυπωσιακό πλούτο από σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Η θερμοκρασία εντός του σπηλαίου διατηρείται σταθερή μεταξύ 16 – 18 ⁰C.
Κανένα ίχνος ανθρώπινης παρουσίας δεν έχει βρεθεί, ενώ εντοπίστηκαν ορισμένα παλαιοντολογικά κατάλοιπα με κυριότερα τα οστά αρκούδας των σπηλαίων, ηλικίας περίπου 10.000 ετών.Το είδος αυτό έζησε στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Πλειστόκαινου και μετέπειτα εξαφανίστηκε. Τα αρσενικά ζώα ζύγιζαν μέχρι και μισό τόνο ενώ τα θηλυκά είχαν βάρος 200-250 κιλά. Το ύψος τους έφτανε τα 3 μέτρα σε όρθια θέση!
Μέσα στη σπηλιά σχηματίζονται 7 μικρές υπόγειες λίμνες ενώ είναι το μοναδικό σπήλαιο στην Ελλάδα με λίμνες γλυκού νερού. Διαθέτει 10 αίθουσες, 3 γέφυρες και 5 σήραγγες.
Η ιστορία του σπηλαίου
Η πρώτη προσπάθεια ανάδειξης του σπηλαίου έγινε από τον Τζώνη Ζερβουδάκη σε συνεργασία με την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία το 1963.
Μόλις στα τέλη του 2009 (13 Δεκεμβρίου) το σπήλαιο άνοιξε τις πύλες του για το κοινό. Πρόκειται για ένα από τα πιο σύγχρονα και εντυπωσιακά σπήλαια των Βαλκανίων, εξοπλισμένο με ιδιαίτερα εξελιγμένες εγκαταστάσεις και σύστημα ανακύκλωσης αέρα που επιτρέπει τη διατήρηση της φυσικής κατάστασης του σπηλαίου.Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε τυχαία από ντόπιους τη δεκαετία του 1940 όταν και διανοίχτηκε ο παραλίμνιος δρόμος από τον στρατηγό Σουγγαρίδη.
Το εσωτερικό του σπηλαίου
Ο μύθος
‘’Πριν από πολλά πολλά χρόνια, η σπηλιά ήταν χρυσωρυχείο το οποίο φύλαγε ένας δράκος. Το τέρας ανέπνεε και έβγαζε από το στόμα του φλόγες και δηλητηριασμένους ατμούς σε όποιον τολμούσε να βρεθεί στο κατώφλι του.
Ο πρώτος βασιλιάς της πόλης, ο Κάστωρ, για να διασκεδάσει τον φιλοξενούμενο αδερφό του Πολυδεύκη, θέλησε να του δείξει τη σπηλιά. Ανακοίνωσε λοιπόν ότι,
όποιος τολμούσε να τα βάλει με τον δράκο και να τον εξουδετερώσει, θα κέρδιζε δώρα πολλά. Τότε, παρουσιάστηκε ένας νεαρός γεροδεμένος ο οποίος πάλεψε άγρια με τον δράκο και τελικά κατάφερε να τον χτυπήσει θανάσιμα με το δόρυ του, ρίχνοντας τον νεκρό στα νερά της λίμνης.
Ο κόσμος και οι Διόσκουροι, πανηγύρισαν το γεγονός και αφού ευχαρίστησαν το θεό Πάνα, μπήκαν στο σπήλαιο κρατώντας αναμμένους δαυλούς. Καθώς προχωρούσαν εντυπωσιασμένοι από την ομορφιά του σπηλαίου, η ατμόσφαιρα γινόταν αποπνικτική εξαιτίας της έλλειψης οξυγόνου. Σε ένα σημείο όπου η δίοδος στένεψε, οι δαυλοί τους έσβησαν και το σπήλαιο βυθίστηκε στο σκοτάδι. Τότε ακούστηκε μια απόκοσμη φωνή να λέει: «Εκείνος που θα σκύψει για να πάρει μια χούφτα της λάσπης που πατάει θα το μετανιώσει αλλά και εκείνος που δεν θα πάρει πάλι θα μετανιώσει!»
Κάποιοι τρόμαξαν και φοβήθηκαν να πάρουν κάτι στα χέρια τους, ενώ οι πιο τολμηροί γέμισαν βιαστικά τον κόρφο τους με λάσπη. Όταν βγήκαν από το σπήλαιο στο φως του ήλιου, εκείνοι με τη λάσπη διαπίστωσαν με έκπληξη ότι αυτό που κρατούσαν ήταν υγρή χρυσόσκονη!
Η έξοδος του σπηλαίου
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι ο μύθος διατηρήθηκε και στις νεότερες γενιές καθώς πριν ανοίξει το σπήλαιο για το κοινό, οι ντόπιοι γονείς απέτρεπαν τα παιδιά να πλησιάσουν την είσοδο της σπηλιάς με τον ισχυρισμό ότι έχει το σχήμα στόματος δράκου δημιουργώντας έτσι μια ιστορία και συνέχεια γύρω από την ιδέα ενός τρομερού τέρατος’’.
Η Παναγία Μαυριώτισσα δίπλα στην είσοδο του σπηλαίου
Φωτογραφίες: Μαντούδη Βασιλική
ความคิดเห็น